Τι είναι τα συμπεριφορικά οικονομικά;
Τα Συμπεριφορικά Οικονομικά είναι ένας κλάδος της Οικονομικής Επιστήμης που μελετά τις γνωστικές, κοινωνικές και ψυχολογικές επιρροές στη συμπεριφορά των οικονομικών δρώντων κατά τη διαδικασία λήψης αποφάσεων.
Σε αντίθεση με την παραδοσιακή οικονομική θεωρία που βασίζεται στην παραδοχή ότι οι οικονομικοί δρώντες είναι πλήρως ορθολογικοί και λαμβάνουν τις αποφάσεις τους κατόπιν σύγκρισης του κόστους και του οφέλους που συνεπάγονται οι εναλλακτικές επιλογές, τα Συμπεριφορικά Οικονομικά βασίζονται στην παραδοχή ότι οι οικονομικοί δρώντες έχουν περιορισμένη ορθολογικότητα, αντιμετωπίζουν δηλαδή διάφορους περιορισμούς κατά τη λήψη αποφάσεων (π.χ. γνωστικούς ή ψυχολογικούς περιορισμούς).
Τα Συμπεριφορικά Οικονομικά επεκτείνουν την παραδοσιακή οικονομική θεωρία που θεμελιώνεται στην παραδοχή ότι τα οικονομικά προβλήματα οφείλονται σε αποτυχίες του μηχανισμού της αγοράς (π.χ. ασυμμετρία στην πληροφόρηση), συνδυάζοντας όρους και ευρήματα άλλων επιστημών, όπως η ψυχολογία, η κοινωνιολογία, η νευροεπιστήμη και η εξελικτική βιολογία. Αυτή η επέκταση καθιστά εφικτή την περιγραφή και κατανόηση ορισμένων φαινομένων που αφορούν τη διαδικασία λήψης αποφάσεων από τους οικονομικούς δρώντες τα οποία δεν μπορεί να εξηγήσει ή να προβλέψει η παραδοσιακή οικονομική θεωρία.
Τι εννοούμε με τον όρο «συμπεριφορικά σφάλματα»;
Ως «συμπεριφορικά σφάλματα» νοούνται οι γνωστικοί, κοινωνικοί και ψυχολογικοί παράγοντες που επηρεάζουν τη συμπεριφορά των οικονομικών δρώντων κατά τρόπο που να δημιουργείται απόκλιση από τη συμπεριφορά που προβλέπει η παραδοσιακή οικονομική θεωρία.
Ποια είναι τα βασικά συμπεριφορικά σφάλματα;
Τα βασικά συμπεριφορικά σφάλματα είναι τα εξής:
- Σφάλμα σημείου αναφοράς / Αγκίστρωση (anchoring)
Οι οικονομικοί δρώντες έχουν ορισμένες γνωστικές προκαταλήψεις που επηρεάζονται από ένα αρχικό σημείο αναφοράς. Το γεγονός αυτό οδηγεί στην ύπαρξη εσφαλμένων αντιλήψεων και ανακριβών κρίσεων.
- Σφάλμα προσκόλλησης (status-quo)
Οι οικονομικοί δρώντες παραμένουν προσκολλημένοι στις αρχικές επιλογές τους, καταλήγοντας σε κατάσταση αδράνειας / απάθειας.
- Σφάλμα πλαισίωσης / διατύπωσης (framing)
Οι αποφάσεις των οικονομικών δρώντων επηρεάζονται καθοριστικά από το περιβάλλον (π.χ. φυσικό, κοινωνικό, πνευματικό), τον τρόπο παρουσίασης των εναλλακτικών επιλογών, και γενικότερα την κατάσταση στην οποία βρίσκονται κατά τη χρονική στιγμή λήψης των αποφάσεων τους.
- Σφάλμα προικοδότησης (endowment)
Οι οικονομικοί δρώντες αποδίδουν μεγαλύτερη αξία σε κάτι που θεωρούν ότι είναι δικό τους σε σχέση με την αξία που αποδίδουν όταν το κατέχει κάποιος άλλος.
- Σφάλμα υπερεμπιστοσύνης (overconfidence)
Οι οικονομικοί δρώντες έχουν πολύ μεγάλη αυτοπεποίθηση όσον αφορά στις ικανότητές τους με αποτέλεσμα να αναλαμβάνουν υπερβολικό ρίσκο.
- Σφάλμα αποστροφής απώλειας (loss–aversion)
Οι οικονομικοί δρώντες αποστρέφονται την απώλεια περισσότερο από ότι τους αρέσει το ισοδύναμο κέρδος.
- Σφάλμα αντιπροσωπευτικότητας (representativeness)
Οι οικονομικοί δρώντες έχουν περιορισμένη υπολογιστική ικανότητα ή χρόνο για τη λήψη αποφάσεων, με αποτέλεσμα να χρησιμοποιούν απλές διανοητικές συντομεύσεις και αυτόματους ή στερεότυπους βιωματικούς κανόνες (γνωστοί και ως ευριστικοί κανόνες). Οι εν λόγω κανόνες βασίζονται στον εντοπισμό φαινομενικών ομοιοτήτων και στην επιλεκτική χρήση ορισμένων πληροφοριών ή απλουστευμένων κατηγοριοποιήσεων διαφόρων καταστάσεων.
- Σφάλμα επιβεβαίωσης (confirmation)
Οι οικονομικοί δρώντες έχουν την τάση να αντιλαμβάνονται ή να χρησιμοποιούν κατά τρόπο επιλεκτικό τις νέες πληροφορίες που επιβεβαιώνουν προηγούμενες αποφάσεις τους.
- Σφάλμα αγελαίας συμπεριφοράς (herding)
Οι οικονομικοί δρώντες λαμβάνουν τις αποφάσεις τους επηρεαζόμενοι σε καθοριστικό βαθμό από τη συμπεριφορά της πλειοψηφίας των υπόλοιπων οικονομικών δρώντων.
- Σφάλμα χρονικής ασυνέπειας (time inconsistency)
Οι οικονομικοί δρώντες παρουσιάζουν αλλαγή στις προτιμήσεις τους σε διαφορετικά χρονικά σημεία.
- Σφάλμα εμφάνειας (salience)
Οι οικονομικοί δρώντες τείνουν να χρησιμοποιούν τις πληροφορίες ή/και να κάνουν τις επιλογές τους λαμβάνοντας υπόψη το ποιες από αυτές τις επιλογές είναι πιο εμφανείς ή βρίσκονται σε πιο περίοπτη θέση.
- Σφάλμα μυωπίας (myopia)
Οι οικονομικοί δρώντες τείνουν να βασίζουν τις αποφάσεις τους στις βραχυπρόθεσμες συνέπειες των επιλογών τους, παραγνωρίζοντας τις πιθανές μελλοντικές συνέπειες.
Πώς συνδέονται τα συμπεριφορικά σφάλματα με το Δίκαιο του Ανταγωνισμού;
Τα συμπεριφορικά σφάλματα συνδέονται με το Δίκαιο του Ανταγωνισμού καθότι οι επιχειρήσεις αντιλαμβανόμενες τους γνωστικούς, κοινωνικούς και ψυχολογικούς παράγοντες που επηρεάζουν τις επιλογές ή/και αποφάσεις των καταναλωτών, μπορεί να προσαρμόσουν τη στρατηγική τους, με σκοπό τη μεγιστοποίηση της κερδοφορίας τους. Για παράδειγμα, η ύπαρξη συμπεριφορικών σφαλμάτων από τους καταναλωτές μπορεί να διευκολύνει την εφαρμογή εκμεταλλευτικών και παρεμποδιστικών πρακτικών από επιχειρήσεις που κατέχουν δεσπόζουσα θέση, με δυσμενείς επιδράσεις στην ευημερία των καταναλωτών. Επιπρόσθετα, η ύπαρξη συμπεριφορικών σφαλμάτων από τους καταναλωτές μπορεί να διευκολύνει την ανάπτυξη ή/και τη διατήρηση αντιανταγωνιστικών συμπράξεων μεταξύ ανταγωνιστικών επιχειρήσεων.
Με ποιους τρόπους μπορεί να συμβάλουν τα συμπεριφορικά σφάλματα στην καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσης;
Μία δεσπόζουσα επιχείρηση μπορεί να αξιοποιήσει στρατηγικά τα συμπεριφορικά σφάλματα, με σκοπό την εκμετάλλευση των καταναλωτών ή τον αποκλεισμό των ανταγωνιστών της. Πιο κάτω αναφέρονται ορισμένες ενδεικτικές περιπτώσεις στρατηγικής προσαρμογής της συμπεριφοράς των επιχειρήσεων που κατέχουν δεσπόζουσα θέση βάσει των συμπεριφορικών σφαλμάτων των καταναλωτών:
- Υπερβολική τιμολόγηση (excessive pricing)
Μία δεσπόζουσα επιχείρηση μπορεί να εκμεταλλευτεί τα σφάλματα προσκόλλησης, προικοδότησης και τη συνακόλουθη αδράνεια των καταναλωτών και να αυξήσει τις τιμές της χωρίς να υπάρχει ο κίνδυνος απώλειας μεγάλου αριθμού πελατών, που θα καθιστούσε την εν λόγω αύξηση τιμών ασύμφορη.
- Επιθετική τιμολόγηση (predatory pricing)
Mία δεσπόζουσα επιχείρηση μπορεί να εκμεταλλευτεί τα συμπεριφορικά σφάλματα των καταναλωτών προκειμένου να μειώσει το κόστος εφαρμογής επιθετικής τιμολόγησης. Για παράδειγμα, λόγω της αδράνειας των καταναλωτών και των αποτελεσμάτων προσκόλλησης, η δεσπόζουσα επιχείρηση μπορεί να μην χρειαστεί να μειώσει τις τιμές της πολύ πιο κάτω από το κόστος της προκειμένου να εκτοπίσει τους ανταγωνιστές της. Επιπλέον, ο αποκλεισμός των ανταγωνιστών της δεσπόζουσας επιχείρησης μπορεί να συντελεστεί σε μικρότερο χρονικό διάστημα όταν οι καταναλωτές δεν ενεργούν ορθολογικά λόγω της ύπαρξης συμπεριφορικών σφαλμάτων. Σημειώνεται ότι η ύπαρξη των πιο πάνω αναφερόμενων συμπεριφορικών σφαλμάτων δύναται να λειτουργήσει και ως εμπόδιο εισόδου νεοεισερχόμενων επιχειρήσεων στην αγορά.
- Διακριτική τιμολόγηση (price discrimination)
Μία δεσπόζουσα επιχείρηση μπορεί να εφαρμόσει στρατηγικές εξατομικευμένης τιμολόγησης διακρίνοντας τους καταναλωτές που είναι πιο ορθολογικοί και αυτούς που είναι περισσότερο επιρρεπείς σε συμπεριφορικά σφάλματα. Πιο συγκεκριμένα, μια δεσπόζουσα επιχείρηση η οποία είναι σε θέση να διακρίνει τον τύπο κάθε καταναλωτή (π.χ. ορθολογικός, μη ορθολογικός) μπορεί να εφαρμόσει διακριτική τιμολόγηση, επιβάλλοντας χαμηλότερες τιμές στους ορθολογικούς καταναλωτές και υψηλότερες τιμές στους μη ορθολογικούς καταναλωτές, εκμεταλλευόμενη την αδράνεια των τελευταίων. Επιπρόσθετα, η δεσπόζουσα επιχείρηση μπορεί να εφαρμόσει διακριτική τιμολόγηση, επιβάλλοντας υψηλότερες τιμές σε υφιστάμενους πελάτες της εκμεταλλευόμενη τα σφάλματα αδράνειας και προσκόλλησης τους στις υφιστάμενες επιλογές τους.
- Τιμολόγηση προσθήκης (Add-on pricing)
Μία δεσπόζουσα επιχείρηση μπορεί να σχεδιάσει την τιμολογιακή της πολιτική με τρόπο ώστε να προσελκύσει τους καταναλωτές μέσω χαμηλής τιμής για το βασικό προϊόν, και ακολούθως να επιβάλει επιπλέον χρεώσεις για προσθήκες (add-ons) στο εν λόγω βασικό προϊόν, εκμεταλλευόμενη τα σφάλματα εμφάνειας και μυωπίας των καταναλωτών.
Επιπρόσθετα, μία δεσπόζουσα επιχείρηση μπορεί να εστιάσει στην παρουσίαση ορισμένων παραμέτρων της τιμολογιακής της πολιτικής, όπως είναι για παράδειγμα το ύψος των εκπτώσεων, εκμεταλλευόμενη το γεγονός ότι οι καταναλωτές αποδίδουν μεγαλύτερη βαρύτητα στις εκπτώσεις παρά στη συνολική τιμή που θα πληρώσουν. Αυτό αποδίδεται στο σφάλμα της αποστροφής απώλειας, καθώς οι καταναλωτές ενδεχομένως να μην επιθυμούν να χάσουν την ευκαιρία να αποκτήσουν έκπτωση για ένα προϊόν.
- Πλεονεκτήματα προεγκατάστασης
Μία δεσπόζουσα επιχείρηση μπορεί να εκμεταλλευτεί τα σφάλματα προσκόλλησης και αδράνειας των καταναλωτών τα οποία περιορίζουν την πιθανότητα αναζήτησης ανταγωνιστικών προϊόντων και να αποκτήσει αθέμιτα πλεονεκτήματα σε βάρος ανταγωνιστικών επιχειρήσεων μέσω της στρατηγικής προεγκατάστασης των δικών της προϊόντων.
Η εν λόγω στρατηγική μπορεί να έχει τις ίδιες επιδράσεις που έχει η πρακτική δέσμευσης προϊόντων (tying). Για παράδειγμα, μια δεσπόζουσα επιχείρηση μπορεί να αξιοποιήσει στρατηγικά την ισχυρή πελατειακή της βάση σε μία αγορά (αγορά δεσμεύοντος προϊόντος) και εκμεταλλευόμενη τα σφάλματα προσκόλλησης, αποστροφής της απώλειας και προικοδότησης των καταναλωτών, να επεκταθεί στην αγορά του δεσμευμένου προϊόντος. Αυτή η στρατηγική μπορεί να είναι αποτελεσματική για την δεσπόζουσα επιχείρηση ακόμη και αν τα ανταγωνιστικά προϊόντα παρέχονται δωρεάν.
- Πλεονεκτήματα εμφάνειας
Μία δεσπόζουσα επιχείρηση μπορεί να παρουσιάσει τα προϊόντα της κατά τρόπο στρατηγικό, εκμεταλλευόμενη τα σφάλματα εμφάνειας που παρουσιάζουν οι καταναλωτές, δηλαδή την τάση που έχουν να επιλέγουν τα προϊόντα που βρίσκονται σε πιο περίοπτη θέση. Αυτές οι στρατηγικές είναι πιο πιθανόν να εκδηλωθούν από καθετοποιημένες δεσπόζουσες επιχειρήσεις, οι οποίες εκμεταλλευόμενες τα σφάλματα εμφάνειας των καταναλωτών μπορεί να προωθήσουν τα δικά τους προϊόντα μέσω προτιμησιακής συμπεριφοράς (self-preferencing) σε βάρος προϊόντων ανταγωνιστικών επιχειρήσεων που βασίζονται σε αυτήν προκειμένου να προσεγγίσουν τους καταναλωτές.
Πώς επιδρούν τα συμπεριφορικά σφάλματα στην ανάπτυξη ή/και τη διατήρηση αντιανταγωνιστικών συμπράξεων;
Τα συμπεριφορικά σφάλματα μπορεί να συμβάλουν στην ανάπτυξη ή/και την ενίσχυση της διατηρησιμότητας αντιανταγωνιστικών συμπράξεων μεταξύ επιχειρήσεων.
Πιο συγκεκριμένα, οι επιχειρήσεις μπορεί να συμφωνήσουν να περιορίσουν τον μεταξύ τους ανταγωνισμό μέσω πρακτικών που καθιστούν πιο δυσχερή τη σύγκριση των τιμών τους από τους καταναλωτές (π.χ. συσκότιση τιμών, αύξηση αριθμού επιλογών και πολυπλοκότητας), λαμβάνοντας υπόψη τις περιορισμένες ικανότητες που έχουν οι καταναλωτές όσον αφορά την αξιολόγηση σύνθετων, μη ομοιογενών και πολύπλοκων πληροφοριών. Ως εκ τούτου, η ύπαρξη συμπεριφορικών σφαλμάτων μπορεί να διευκολύνει την ανάπτυξη συμπράξεων μεταξύ των επιχειρήσεων.
Επιπρόσθετα, η ύπαρξη συμπεριφορικών σφαλμάτων, όπως για παράδειγμα σφάλματος προσκόλλησης, δημιουργεί αδρανείς καταναλωτές οι οποίοι δεν αναζητούν τις καλύτερες τιμές στην αγορά. Ως εκ τούτου, η ύπαρξη αδρανών καταναλωτών περιορίζει τα κέρδη που αναμένεται ότι θα αποκομίσει μία επιχείρηση που παρεκκλίνει από τη συμπαιγνιακή συμφωνία και επομένως τα κίνητρα της παρέκκλισης, με αποτέλεσμα η σύμπραξη να καθίσταται πιο σταθερή.
Ποια είναι η επίδραση των συμπεριφορικών σφαλμάτων στην αξιολόγηση των ανταγωνιστικών επιδράσεων που δύνανται να προκύψουν από συγκεντρώσεις επιχειρήσεων;
Η ύπαρξη συμπεριφορικών σφαλμάτων μπορεί να επηρεάσει την ανάλυση των ανταγωνιστικών επιδράσεων που μπορεί να έχει μια συγκέντρωση. Για παράδειγμα, όταν οι καταναλωτές κάνουν τις επιλογές τους βάσει της σχετικής ποιότητας των προϊόντων και όχι της απόλυτης ποιότητας κάθε προϊόντος, τότε οι επιχειρήσεις έχουν αυξημένο κίνητρο να βελτιώσουν την ποιότητα των προϊόντων τους σε σχέση με αυτή των ανταγωνιστών τους. Αυτή η κατάσταση ευνοεί τους καταναλωτές, λόγω του αυξημένου ανταγωνισμού που δημιουργείται μεταξύ των επιχειρήσεων προκειμένου να βελτιώσουν την ποιότητα των προϊόντων τους.
Επομένως, μια συγκέντρωση μεταξύ επιχειρήσεων που ανταγωνίζονται σε σχέση με την ποιότητα των προϊόντων τους αναμένεται ότι θα έχει μεγαλύτερη αρνητική επίδραση στην ευημερία των καταναλωτών, όταν οι τελευταίοι κάνουν τις επιλογές τους βάσει της σχετικής ποιότητας των προϊόντων. Αυτό οφείλεται στο ότι η συγκέντρωση θα περιορίσει την ανταγωνιστική ένταση μεταξύ των επιχειρήσεων, η οποία συμβάλλει στην παροχή υψηλότερης ποιότητας προϊόντων.
Με ποιο τρόπο το Δίκαιο του Ανταγωνισμού μπορεί να συμβάλει στον περιορισμό της εκμετάλλευσης από τις επιχειρήσεις των συμπεριφορικών σφαλμάτων των καταναλωτών;
Το Δίκαιο του Ανταγωνισμού μπορεί να συμβάλει στον περιορισμό της εκμετάλλευσης των συμπεριφορικών σφαλμάτων των καταναλωτών μέσω της επιβολής προστίμων στις επιχειρήσεις που παραβιάζουν τους σχετικούς απαγορευτικούς κανόνες εφαρμόζοντας πρακτικές που είναι προσαρμοσμένες στην ύπαρξη συμπεριφορικών σφαλμάτων από τους καταναλωτές.
Παρόλο που τα πρόστιμα έχουν τιμωρητικό και αποτρεπτικό χαρακτήρα, δεν αποτελούν πάντοτε αποτελεσματικά εργαλεία για τον περιορισμό αντιανταγωνιστικών πρακτικών που βασίζονται στην στρατηγική εκμετάλλευση των συμπεριφορικών σφαλμάτων των καταναλωτών. Αυτό οφείλεται στο ότι το μέγιστο ύψος προστίμου που μπορεί να επιβληθεί ενδεχομένως να είναι χαμηλότερο από τα προσδοκώμενα οφέλη μίας επιχείρησης από την ανάπτυξη τέτοιων αντιανταγωνιστικών πρακτικών. Σε αυτή την περίπτωση, η επιβολή προστίμου είναι πολύ πιθανόν να μην έχει τα αναμενόμενα αποτελέσματα.
Ένα συμπληρωματικό εργαλείο για τον περιορισμό των αντιανταγωνιστικών πρακτικών που βασίζονται στην στρατηγική εκμετάλλευση των συμπεριφορικών σφαλμάτων των καταναλωτών είναι η επιβολή διορθωτικών μέτρων από τις Αρχές Ανταγωνισμού. Πιο συγκεκριμένα, οι Αρχές Ανταγωνισμού μπορεί να επιβάλουν με απόφασή τους διορθωτικά μέτρα συμπεριφορικού ή διορθωτικού χαρακτήρα, ώστε να περιοριστεί η δυνατότητα των επιχειρήσεων να εκμεταλλεύονται στρατηγικά τα συμπεριφορικά σφάλματα των καταναλωτών στο μέλλον. Για παράδειγμα, οι Αρχές Ανταγωνισμού μπορεί να καταστήσουν υποχρεωτικό τον περιορισμό της χρήσης προκαθορισμένων επιλογών (defaults), ώστε να μειωθεί η πιθανότητα των επιχειρήσεων να εκμεταλλευτούν τα σφάλματα προεπιλογής και αδράνειας των καταναλωτών.
Με ποιο τρόπο μπορεί να συμβάλει η πολιτική της προστασίας του καταναλωτή στην άμβλυνση των συμπεριφορικών σφαλμάτων;
Η πολιτική της προστασίας του καταναλωτή μπορεί να συμβάλει στην άμβλυνση των συμπεριφορικών σφαλμάτων μέσα από την ενημέρωση και την εκπαίδευση των καταναλωτών και την απαγόρευση συγκεκριμένων αθέμιτων εμπορικών πρακτικών.
Πιο συγκεκριμένα, η πολιτική της προστασίας του καταναλωτή μπορεί να συμβάλει στην ενίσχυση του αυτοδιορθωτικού μηχανισμού της αγοράς μέσω του περιορισμού του κόστους αναζήτησης και της συνακόλουθης αύξησης της πιθανότητας επιλογής της καλύτερης διαθέσιμης προσφοράς από τους καταναλωτές. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσα από συγκριτικές αναλύσεις που γίνονται από τις αρμόδιες αρχές προστασίας του καταναλωτή σε σχέση με τις τιμές και την ποιότητα ανταγωνιστικών προϊόντων. Μέσα από τη σχετική πληροφόρηση που λαμβάνουν οι καταναλωτές, θα είναι σε θέση να αξιολογήσουν καλύτερα της επιλογές που έχουν κάνει στο παρελθόν και να προβούν σε πιο καλά ενημερωμένες αποφάσεις στο μέλλον.
Επιπρόσθετα, η πολιτική της προστασίας του καταναλωτή μπορεί να συμβάλει στον περιορισμό της εκμετάλλευσης των συμπεριφορικών σφαλμάτων των καταναλωτών από τις επιχειρήσεις μέσω της απαγόρευσης της παροχής παραπλανητικών πληροφοριών από τις επιχειρήσεις. Για παράδειγμα, μέσω νομοθεσιών που απαγορεύουν τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές μπορεί να περιοριστεί η πιθανότητα εφαρμογής αποσπασματικής διαμόρφωσης τιμής (drip pricing) από επιχειρήσεις, βάσει της οποίας οι καταναλωτές γνωρίζουν ένα μέρος της συνολικής τιμής και σε κάθε στάδιο της διαδικασίας αγοράς αποκαλύπτονται πρόσθετες χρεώσεις.
Είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι, λόγω των συμπεριφορικών σφαλμάτων και ειδικότερα της ύπαρξης σφαλμάτων αντιπροσωπευτικότητας και προσκόλλησης, η απλή παροχή περισσότερων πληροφοριών στους καταναλωτές δεν συνιστά απαραιτήτως τη βέλτιστη επιλογή. Αυτό οφείλεται στο ότι οι καταναλωτές ενδεχομένως να έχουν περιορισμένη υπολογιστική ικανότητα ή και χρόνο για να λάβουν τις αποφάσεις τους, και επομένως να χρησιμοποιούν επιλεκτικά ορισμένες μόνον πληροφορίες παραμένοντας αδρανείς στην επεξεργασία των υπόλοιπων πληροφοριών.
Λήψη αρχείου σε μορφή PDF.
Ραφαέλλα Πατσαλή
Η Ραφαέλλα Πατσαλή είναι απόφοιτος του Τμήματος Νομικής του Πανεπιστημίου Κύπρου. Ολοκλήρωσε επιτυχώς τις εξετάσεις του Νομικού Συμβουλίου Κύπρου τον Φεβρουάριο 2021.
Το παρόν έγγραφο ετοιμάστηκε στο πλαίσιο πρακτικής της άσκησης στην Trojan Economics υπό την καθοδήγηση του Δρ. Παναγιώτη Αγησιλάου.
Διαβάστε το κείμενο Ερωτήσεων – Απαντήσεων σε μορφή PDF.