Άρθρο με θέμα τα οφέλη του ανταγωνισμού

Sep 14, 2021 | Article

Εισαγωγή

Ο ανταγωνισμός είναι πρωτίστως μία διαδικασία διεκδίκησης μεταξύ διαφόρων επιχειρήσεων, η κάθε μία από τις οποίες επιδιώκει να «κερδίσει» καταναλωτές, να μεγεθύνει την πελατειακή της βάση και να μεγιστοποιήσει τα κέρδη της. Η διεκδίκηση εκδηλώνεται με διάφορους τρόπους. Mερικές επιχειρήσεις ανταγωνίζονται ως προς τις τιμές (τιμολογιακός ανταγωνισμός), μερικές άλλες εστιάζουν στη βελτίωση της ποιότητας των υφιστάμενων προϊόντων τους, ενώ κάποιες άλλες αξιοποιούν την επιχειρηματικότητα ή τις δεξιότητες τους για να αναπτύξουν καινούρια προϊόντα ή νέες αποδοτικότερες τεχνολογίες παραγωγής.

Πιο κάτω σκιαγραφείται ο μηχανισμός μέσω του οποίου η ανταγωνιστική διαδικασία επηρεάζει τα κίνητρα των επιχειρήσεων ώστε να προκύπτουν τα προαναφερόμενα οφέλη.

 

Ο ανταγωνισμός συμβάλλει στη διαμόρφωση χαμηλότερων τιμών στις αγορές 

Στην προσπάθειά τους να προσελκύσουν περισσότερους πελάτες και να αυξήσουν το μερίδιο αγοράς τους οι επιχειρήσεις προσφέρουν χαμηλότερες τιμές. Αυτό ευνοεί, αφενός, τους καταναλωτές που ήδη αγοράζουν το προϊόν, αφού θα καταβάλλουν χαμηλότερη τιμή και, αφετέρου, παρακινεί καταναλωτές, οι οποίοι προηγουμένως δεν αγόραζαν το προϊόν, λόγω της υψηλής τιμής, να συμμετάσχουν στην αγορά.

 

Ο ανταγωνισμός ενθαρρύνει τις επιχειρήσεις να βελτιώσουν την ποιότητα των προϊόντων 

Η ανταγωνιστική αντιπαράθεση για προσέλκυση πελατείας και απόκτηση προβαδίσματος πιέζει τις επιχειρήσεις να προσφέρουν προϊόντα καλύτερης ποιότητας. Η ποιότητα μπορεί να λάβει διάφορες μορφές. Για παράδειγμα, προϊόντα που διαρκούν περισσότερο ή λειτουργούν καλύτερα λόγω ανώτερων προδιαγραφών και καλύτερη εξυπηρέτηση ή και τεχνική υποστήριξη μετά την πώληση.

 

Ο ανταγωνισμός διευρύνει τις επιλογές για τους καταναλωτές 

Η επιδίωξη των επιχειρήσεων να διαφοροποιήσουν τα προϊόντα τους από εκείνα των ανταγωνιστών τους, πολλές φορές στοχεύοντας στρατηγικά στην «χαλάρωση» του ανταγωνισμού, συνεπάγεται τη διεύρυνση των καταναλωτικών επιλογών. Οι καταναλωτές μπορούν να επιλέγουν από ένα ευρύτερο φάσμα προϊόντων εκείνο το προϊόν που προσφέρει, κατά την αντίληψη τους, τη σωστή σχέση μεταξύ τιμής και ποιότητας. Την ίδια στιγμή ο ανταγωνισμός διασφαλίζει ότι οι επιχειρήσεις παράγουν μόνο τα προϊόντα που είναι διατεθειμένοι να αγοράσουν οι καταναλωτές, σε τιμές που είναι συμβατές με τις οικονομικές δυνατότητες των τελευταίων.

 

Ο ανταγωνισμός βελτιώνει την παραγωγικότητα των επιχειρήσεων 

Ο ανταγωνισμός δημιουργεί ενδο-επιχειρησιακές πιέσεις για βελτίωση της εσωτερικής αποδοτικότητας των επιχειρήσεων και μείωση του (μοναδιαίου) κόστους παραγωγής. Η ανταγωνιστική ένταση διασφαλίζει ότι οι διοικήσεις των επιχειρήσεων υπόκεινται στον αυστηρό έλεγχο και στην πειθαρχεία της αγοράς. Το κίνητρο του κέρδους ουσιαστικά επιβάλλει στις επιχειρήσεις να επικεντρώσουν την προσοχή τους στην ικανοποίηση των αναγκών των καταναλωτών με το χαμηλότερο δυνατό κόστος αποφεύγοντας την σπατάλη πόρων σε προσοδοθηρικές δραστηριότητες. Ταυτόχρονα, ο ανταγωνισμός διασφαλίζει ότι οι επιχειρήσεις με τη μεγαλύτερη ικανότητα δημιουργίας προστιθέμενης αξίας και την υψηλότερη παραγωγικότητα αυξάνουν το μερίδιο αγοράς τους σε βάρος των λιγότερο παραγωγικών επιχειρήσεων.[1] Εκτός από τα ενδο-επιχειρησιακά οφέλη, μακροπρόθεσμα ο ανταγωνισμός έχει δια-επιχειρησιακά αλλά και ευρύτερα οφέλη για την παραγωγικότητα ολόκληρης της οικονομίας, αφού οι επιχειρήσεις με χαμηλή παραγωγικότητα εκτοπίζονται και αντικαθίστανται από περισσότερο παραγωγικές επιχειρήσεις (μέσω μίας Δαρβίνειας εξελικτικής διαδικασίας).[2] Απαραίτητη προϋπόθεση για την πραγματοποίηση των ευεργετικών αυτών αποτελεσμάτων είναι οι επενδύσεις σε καινοτομίες, οι οποίες μπορεί να αφορούν το είδος και το σχεδιασμό του προϊόντος, τις τεχνικές παραγωγής και τις προσφερόμενες υπηρεσίες (πριν και μετά την πώληση).

 

Ο ανταγωνισμός εντείνει τις καινοτομικές δραστηριότητες των επιχειρήσεων 

Ο ανταγωνισμός είναι μία αδιάλειπτη διαδικασία επιχειρηματικής αναζήτησης νέων τρόπων ικανοποίησης της ζήτησης. Η ίδια η φύση της ανταγωνιστικής διαδικασίας επιβάλλει την αναζήτηση καινοτομιών που θα επιτρέψουν στις επιχειρήσεις να τιθασεύσουν τον αδυσώπητο ανταγωνισμό και να αποδράσουν από την εξοντωτική ανταγωνιστική ένταση που συμπιέζει την κερδοφορία τους. Το θέλγητρο του κέρδους ενθαρρύνει τις επιχειρήσεις να είναι σε εγρήγορση ώστε να αντιδράσουν άμεσα στην κάθε ευκαιρία κέρδους που παρουσιάζεται μέσα από το σύστημα των τιμών. Παρακινεί επίσης τις επιχειρήσεις να καινοτομήσουν αναπτύσσοντας νέα και καλύτερα προϊόντα, με το ελάχιστο δυνατό κόστος, χρησιμοποιώντας το μείγμα εισροών που συνεπάγεται την βέλτιστη σχέση τιμής και ποιότητας για τους καταναλωτές.

 

Κατάληξη

Από τα πιο πάνω εύλογα προκύπτει ότι ο ανταγωνισμός έχει ευεργετικές επιδράσεις τόσο στην κατανομή των πόρων όσο και στην παραγωγική αποδοτικότητα των επιχειρήσεων (στατική αποτελεσματικότητα). Συνάγεται επίσης ότι ο ανταγωνισμός επενεργεί θετικά και ουσιαστικά στα κίνητρα των επιχειρήσεων για εισαγωγή νέων σύγχρονων τεχνολογικών μεθόδων παραγωγής ή/και διοίκησης, αλλά και στα κίνητρα τους για τη δημιουργία νέων προϊόντων (δυναμική αποτελεσματικότητα).[3]

Προαπαιτούμενο για υλοποίηση των πάνω ωφελειών είναι η αποτελεσματική λειτουργία των αγορών. Για να μπορέσει το σύστημα των τιμών να ενσωματώσει και να μεταδώσει τα σωστά μηνύματα, οι καταναλωτές θα πρέπει να αναζητούν και να επιλέγουν να κάνουν τις αγορές τους από εκείνες τις επιχειρήσεις που προσφέρουν τη βέλτιστη σχέση τιμής και ποιότητας. Θα πρέπει, δηλαδή, στο καθημερινό δημοψήφισμα της αγοράς να δίδουν χρηματική ψήφο εμπιστοσύνης στις επιχειρήσεις των οποίων τα προϊόντα τους και η συμπεριφορά δείχνουν ότι αντιλαμβάνονται τις επιθυμίες των καταναλωτών και προσπαθούν να τις ικανοποιήσουν με το χαμηλότερο δυνατό κόστος και τη καλύτερη δυνατή ποιότητα, κατευθύνοντας τους πόρους εκεί όπου τους αποδίδεται πραγματικά μεγαλύτερη αξία. Διαφορετικά το σύστημα των τιμών αποτυγχάνει να μεταφέρει τα σωστά μηνύματα και να μεταδώσει ακριβείς πληροφορίες, με αποτέλεσμα να προκαλούνται στρεβλώσεις στην κατανομή των πόρων και στα κίνητρα για επενδύσεις, με κύριο ζημιωμένο τον καταναλωτή.

 

 

 

[1] J. Van Reenen and N. Bloom [2007], Measuring and explaining management practices across firms and countries, Quarterly journal of economics, 122 (4), σελ. 1351-1408. S. Nickell, D. Nicolitsas and Ν. Dryden [1997], What makes firms perform well?, European Economic Review, vol. 41(3-5), σελ. 783-796.

[2] Μελέτη των Scarpetta et. al. [2002] εκτιμά ότι 20-40% των διαφορών στους δείκτες συνολικής παραγωγικότητας (total factor productivity) 8 χωρών του Οργανισμού Οικονομικής Ανάπτυξης και Συνεργασίας (ΟΟΣΑ) οφείλεται στις διαφορές στην ένταση του ανταγωνισμού όπως αυτή αντικατοπτρίζεται από την ελευθερία εισόδου και εξόδου από τις αγορές. Βλέπε S. Scarpetta, P. Hemmings, T. Tressel and J. Woo, The Role of Policy and Institutions for Productivity and Firm Dynamics: Evidence from Micro and Industry Data, OECD Economics Department Working Papers No.329 [2002]. Μία πιο πρόσφατη μελέτη των Buccirossi et. al. [2011] εκτιμά ότι ο ανταγωνισμός έχει θετική επίδραση στο ρυθμό αύξησης της συνολικής παραγωγικότητας σε 22 κλάδους 12 χωρών μελών του ΟΟΣΑ. Βλέπε P. Buccirossi, L. Ciari, T. Duso, G. Spagnolo, Giancarlo, and C. Vitale, Competition policy and productivity growth:  An empirical assessment, DICE Discussion Papers 22, Heinrich‐Heine‐Universität Düsseldorf, Düsseldorf Institute for Competition Economics (DICE) [2011].

[3] R. Blundell, R. Griffith and J. Van Reenen [1999], Market Share, Market Value and Innovation in a Panel of British Manufacturing Firms, Review of Economic Studies, vol. 66, σελ. 529-554.

Subscribe to our Newsletter